Μαθήματα Κυκλικής Οικονομίας από τον 8ο μ.χ. αιώνα
Η προστασία και ο σεβασμός των φυσικών πόρων του πλανήτη μας αποτελεί μία αναγκαιότητα. Η εφαρμογή ενός μοντέλου κυκλικής οικονομίας είναι πλέον μονόδρομος, δεδομένου ότι το γραμμικό μοντέλο, το οποίο εφαρμόζεται από τη βιομηχανική επανάσταση μέχρι και τις μέρες μας, έχει οδηγήσει σε αλόγιστη σπατάλη πρωτογενών πηγών και υπερκορεσμό, με το μοντέλου του fast fashion να επιβάλλει συνεχείς επισκέψεις στην αγορά, για να βλέπουμε κολεξιόν που αλλάζουν σχεδόν κάθε εβδομάδα. Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, το γεγονός του ότι έχει αναχθεί η βιομηχανία της μόδας σε μία από τις πλέον ρυπογόνες παγκοσμίως.
Ετσι, έχουμε αρχίσει να ψάχνουμε μοντέλα βιώσιμης ανάπτυξης, νέες πηγές, καλύτερη διαχείριση των υφιστάμενων, μοντέλα επαναχρησιμοποίησης, ανακύκλωσης, upcycling και downcycling. Παλαιότερα, τα μέλη των οικογενειών γαλουχούνταν στα «εξ’ ανάγκης» μοντέλα κυκλικής οικονομίας. Γιατί; Γιατί έπρεπε να αγωνιστούν για την επιβίωσή τους, έπρεπε να καλλιεργήσουν τη γη. Γι’αυτό και δεν πετούσαν τίποτα. Γι’αυτό και τα ρούχα τους κρατούσαν σχεδόν μια ζωή, ένα μοντέλο super slow fashion, με ρούχα από καταπληκτικές πρώτες ύλες, που σήμερα είναι πολύτιμα. Έχετε, πχ. αναρωτηθεί πόσο κοστίζει μία παραδοσιακή φορεσιά; Από μαλλί, το μαλλί ήταν μία από τις βασικές ύλες. Η ελάχιστη φύρα γινόταν παιχνίδια για τα παιδιά, πάνινες κούκλες ή μπάλες.
…Και ενώ ψάχνουμε να βρούμε μοντέλα ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης, η ιστορία έχει να μας προσφέρει γνώση, η ιστορία εξάλλου αποτελεί τον καλύτερό μας δάσκαλο.
Τον 8ο-90 αιώνα πχ. οι Άραβες μετέδωσαν στο Βυζάντιο και στην υπόλοιπη Δύση, δεδομένου ότι είχα κατακτήσει όλα τα ανατολικά παράλια της μεσογείου, μία πολύτιμη κινέζικη εφεύρεση, που δεν ήταν άλλη από την κατασκευή του χαρτιού, όπως ο ιστορικός Α.Τσελίκας τονίζει (Θέματα Ελληνικής Παλαιογραφίας). Από τι; Από πολύ μικρά κομματάκια από άχρηστα ρούχα και υφάσματα. Ένα πρότυπο, πολυσύνθετο μοντέλο που συνδύαζε επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση. Αργότερα, στα άχρηστα ρούχα και υφάσματα, προστέθηκαν τούφες από ανεπεξέργαστο βαμβάκι.
Ο χαρτοποιός συγκέντρωνε τις ίνες, στην αρχή μέσα σε μεγάλους λάκκους, μετά σε τελάρα. Οι λάκκοι είχαν «επένδυση» από πέτρες. Εκεί μέσα μούλιαζαν οι ίνες έως και τρεις μήνες. Στη συνέχεια ο χαρτοποιός τις σφυροκοπούσε για να γίνουν πολτός, πιθανώς με ξύλινα εργαλεία ή πέτρες. Εν συνεχεία, ο πολτός απλωνόταν και μούλιαζε. Ο χαρτοποιός τον στράγγιζε και έμενε ένα λεπτό στρώμα πολτού, που στέγνωνε στον ήλιο. Το λεπτό αυτό στρώμα πολτού ήταν το χαρτί, το οποίο έπρεπε εν συνεχεία να γυαλιστεί.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο τα άχρηστα ρούχα έβρισκαν μία νέα χρήση και χρηστικότητα, δεδομένου ότι το στεγνό χαρτί μπορούσε πλέον να δεχθεί τη γραφή. Σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής του χαρτιού βασίζεται σε πρώτες ύλες που προέρχονται από το ξύλο, δηλ. από δέντρα, και ένα πολύ μικρότερο ποσοστό προέρχεται από ανακυκλωμένο χαρτί ή άλλες ύλες. Τα δέντρα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή χαρτιού είτε προέρχονται από ελεγχόμενη διαχείριση των δασών, είτε καλλιεργούνται και η ποσότητα που χρησιμοποιείται είναι τεράστια. Τεράστιο είναι και το μέγεθος καταστροφής του περιβάλλοντος. Συνεπώς, οι όποιες εναλλακτικές καθίστανται μείζονος σημασίας. Μαθήματα ιστορίας μπορεί να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο, το ίδιο και παραδείγματα πρακτικών των προγόνων μας. Για όσο ακόμα αυτός ο πλανήτης μπορεί να μας ανεχτεί.